Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρασχεθεῖν
παρασχίζω
παρασχίστης
παρατανύω
παράταξις
παρατάσσω
παρατείνω
παρατείχισμα
παρατεκταίνομαι
παρατέμνω
παρατεταγμένως
παρατηρέω
παρατήρησις
παρατίθημι
παρατίλλω
παράτολμος
παράτονος
παρατρέπω
παρατρέφω
παρατρέχω
παρατρέω
View word page
παρατεταγμένως
παρατεταγμένωςpf.mid.pass.ptcpl.advsee underπαρατάσσω

ShortDef

as in battle-array, steadily

Debugging

Headword:
παρατεταγμένως
Headword (normalized):
παρατεταγμένως
Headword (normalized/stripped):
παρατεταγμενως
IDX:
31174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31175
Key:
παρατεταγμένως

Data

{'headword_display': '<b>παρατεταγμένως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>παρατεταγμένως</HL><PS>pf.mid.pass.ptcpl.adv</PS></HG><XR>see under<Ref>παρατάσσω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παρατεταγμένως'}