Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραστατέω
παραστάτης
παραστατικός
παραστάτις
παραστείχω
παραστενάχομαι
παραστρατηγέω
παραστρατοπεδεύω
παραστρέφω
παραστρωφάομαι
παρασυγγραφέω
παρασυλλέγομαι
παρασύνθημα
παρασῡ́ρω
παρασφάλλω
παρασχεδόν
παρασχεθεῖν
παρασχίζω
παρασχίστης
παρατανύω
παράταξις
View word page
παρα-συγγραφέω
παρα-συγγραφέωcontr.vbσυγγραφή break a contractw.acc.w. someoneD.intr.D.

ShortDef

to break contract with

Debugging

Headword:
παρασυγγραφέω
Headword (normalized):
παρασυγγραφέω
Headword (normalized/stripped):
παρασυγγραφεω
IDX:
31158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31159
Key:
παρασυγγραφέω

Data

{'headword_display': '<b>παρα-συγγραφέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρα-συγγραφέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>συγγραφή</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>break a contract</Tr><Obj><GLbl>w.acc.</GLbl>w. someone<Au>D.</Au></Obj><vS2><Indic>intr.</Indic><Au>D.</Au></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'παρασυγγραφέω'}