Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρασπάω
παρασπίζω
παρασπιστής
παρασπονδέω
παρασπόνδημα
παρασπόνδησις
παράσπονδος
παρᾶσσον
παρᾴσσω
παράστᾱ
παρασταδόν
παραστάς
παράστασις
παραστατέω
παραστάτης
παραστατικός
παραστάτις
παραστείχω
παραστενάχομαι
παραστρατηγέω
παραστρατοπεδεύω
View word page
παρασταδόν
παρασταδόνadvπαρίσταμαι standing nearby, close at handHom. Thgn. A.

ShortDef

at one's side

Debugging

Headword:
παρασταδόν
Headword (normalized):
παρασταδόν
Headword (normalized/stripped):
παρασταδον
IDX:
31145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31146
Key:
παρασταδόν

Data

{'headword_display': '<b>παρασταδόν</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>παρασταδόν</HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>παρίσταμαι</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>standing nearby, close at hand</Tr><Au>Hom. Thgn. A.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'παρασταδόν'}