Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραρρέω
παραρρήγνῡμι
παραρρητός
παραρρῑ́πτω
παραρρῡ́ματα
παραρρύσεις
παραρτάομαι
παραρτέομαι
παραρτίζομαι
παράρυθμος
παραρῡ́ματα
παρασάγγης
παρασάσσω
παράσειρος
παρασείω
παρασημαίνομαι
παρασημασίᾱ
παράσημος
παρασῑτέω
παράσῑτος
παρασιωπάω
View word page
παραρῡ́ματα
παραρῡ́ματαn.plseeπαραρρῡ́ματα

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραρῡ́ματα
Headword (normalized):
παραρῡ́ματα
Headword (normalized/stripped):
παραρυματα
IDX:
31111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31112
Key:
παραρῡ́ματα

Data

{'headword_display': '<b>παραρῡ́ματα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>παραρῡ́ματα</HL><PS>n.pl</PS></HG><XR>see<Ref>παραρρῡ́ματα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παραρῡ́ματα'}