Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραμῡθέομαι
παραμῡθητικός
παραμῡθίᾱ
παραμῡ́θιον
παραμῡκάομαι
παραναγιγνώσκω
παραναδύομαι
παραναιετάω
παραναίομαι
παρανᾱλίσκω
παρανᾱ́λωμα
παρανέομαι
παρανηνέω
παρανήχομαι
παρανῑκάω
παρανῑ́σομαι
παρανίστημι
παρανίσχω
παρανοέω
παράνοια
παρανοίγνῡμι
View word page
παρ-ανᾱ́λωμα
παρ-ανᾱ́λωμαατοςn unnecessary wasteof moneyPlu. additionalneedless lossof soldiersPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρανᾱ́λωμα
Headword (normalized):
παρανᾱ́λωμα
Headword (normalized/stripped):
παραναλωμα
IDX:
31035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-31036
Key:
παρανᾱ́λωμα

Data

{'headword_display': '<b>παρ-ανᾱ́λωμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παρ-ανᾱ́λωμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Tr>unnecessary waste<Expl>of money</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1> <nS1><Tr>additional<or/>needless loss<Expl>of soldiers</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παρανᾱ́λωμα'}