Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραλλαγή
παράλλαγμα
παραλλάξ
παράλλαξις
παραλλάσσω
παράλληλος
παραλογίζομαι
παραλογισμός
παραλογιστής
παραλογιστικός
παράλογος
παράλογος
πάραλος
παράλπιος
παραλῡπέω
παράλυσις
παραλυτικός
παραλῡ́ω
παραμείβω
παραμείγνῡμι
παραμελέω
View word page
παρά-λογος1
παρά-λογος1ουmλόγος sg. and pl.incalculable elementunexpectedness, unpredictability, surpriseTh. Plu.

ShortDef

beyond calculation, unexpected, unlooked for

Debugging

Headword:
παράλογος
Headword (normalized):
παράλογος
Headword (normalized/stripped):
παραλογος
IDX:
30998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30999
Key:
παράλογος_1

Data

{'headword_display': '<b>παρά-λογος</b><sup>1</sup>', 'content': '<NE><HG><HL>παρά-λογος<Hm>1</Hm></HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>λόγος</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>sg. and pl.</Indic><Def>incalculable element</Def><Tr>unexpectedness, unpredictability, surprise</Tr><Au>Th. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παράλογος_1'}