Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παρακοινάομαι
παρακοιτέω
παρακοίτης
παρακολουθέω
παρακομιδή
παρακομίζω
παρακονάω
παρακοπή
παράκοπος
παρακόπτω
παράκουσμα
παρακούω
παρακρεμάννῡμι
παράκρημνος
παρακρῑ́νομαι
παράκρουσις
παρακρούω
παρακτάομαι
παράκτιος
παρακύπτω
παραλαλέω
View word page
παράκουσμα
παράκουσμαατοςnπαρακούω that which is misheardmisunderstandingw.gen.of Plato's teachingPlu.

ShortDef

a false story

Debugging

Headword:
παράκουσμα
Headword (normalized):
παράκουσμα
Headword (normalized/stripped):
παρακουσμα
IDX:
30966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30967
Key:
παράκουσμα

Data

{'headword_display': '<b>παράκουσμα</b>', 'content': "<NE><HG><HL>παράκουσμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>παρακούω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>that which is misheard</Def><nS2><Tr>misunderstanding<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of Plato's teaching</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS2></nS1></NE>", 'key': 'παράκουσμα'}