Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραιτέομαι
παραίτησις
παραιτητής
παραιτητός
παραίτιος
παραιφάμενος
παραιφασίη
παραίφασις
παραιωρέω
παρακάββαλον
παρακαθέζομαι
παρακάθημαι
παρακαθιδρῡ́ομαι
παρακαθίζω
παρακαθίημι
παρακαθίστημι
παρακαίομαι
παρακαίριος
παρακαίρως
παρακαλέω
παρακαλπάζω
View word page
παρα-καθέζομαι
παρα-καθέζομαιmid.vbaor.2
παρεκαθεζόμην
aor.pass.ptcpl.w.mid.sens.
παρακαθεσθείς
NT.
sit down besideoft. w.dat.someoneAr. Pl. X. Thphr. NT. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρακαθέζομαι
Headword (normalized):
παρακαθέζομαι
Headword (normalized/stripped):
παρακαθεζομαι
IDX:
30903
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30904
Key:
παρακαθέζομαι

Data

{'headword_display': '<b>παρα-καθέζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρα-καθέζομαι</HL><PS>mid.vb</PS><FG><Tns><Lbl>aor.2</Lbl><Form>παρεκαθεζόμην</Form></Tns><Vc><Tns><Lbl>aor.pass.ptcpl.<Expl>w.mid.sens.</Expl></Lbl><Form>παρακαθεσθείς</Form><Au>NT.</Au></Tns></Vc></FG></vHG> <vS1><Tr>sit down beside<Expl>oft. <GLbl>w.dat.</GLbl>someone</Expl></Tr><Au>Ar. Pl. X. Thphr. NT. Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'παρακαθέζομαι'}