Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραίρημα
παραισθάνομαι
παραίσιος
παρᾱίσσω
παραιτέομαι
παραίτησις
παραιτητής
παραιτητός
παραίτιος
παραιφάμενος
παραιφασίη
παραίφασις
παραιωρέω
παρακάββαλον
παρακαθέζομαι
παρακάθημαι
παρακαθιδρῡ́ομαι
παρακαθίζω
παρακαθίημι
παρακαθίστημι
παρακαίομαι
View word page
παραιφασίη
παραιφασίηηςep.Ion.fπαράφημι collectv.pl.adviceAR.

ShortDef

comfort

Debugging

Headword:
παραιφασίη
Headword (normalized):
παραιφασίη
Headword (normalized/stripped):
παραιφασιη
IDX:
30899
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30900
Key:
παραιφασίη

Data

{'headword_display': '<b>παραιφασίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παραιφασίη</HL><Infl>ης</Infl><PS>ep.Ion.f</PS><Ety><Ref>παράφημι</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>collectv.pl.</Indic><Tr>advice</Tr><Au>AR.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παραιφασίη'}