Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραιρέω
παραίρημα
παραισθάνομαι
παραίσιος
παρᾱίσσω
παραιτέομαι
παραίτησις
παραιτητής
παραιτητός
παραίτιος
παραιφάμενος
παραιφασίη
παραίφασις
παραιωρέω
παρακάββαλον
παρακαθέζομαι
παρακάθημαι
παρακαθιδρῡ́ομαι
παρακαθίζω
παρακαθίημι
παρακαθίστημι
View word page
παραιφάμενος
παραιφάμενοςep.pres. or athem.aor.mid.ptcpl.seeπαράφημι

ShortDef

exhorting, encouraging

Debugging

Headword:
παραιφάμενος
Headword (normalized):
παραιφάμενος
Headword (normalized/stripped):
παραιφαμενος
IDX:
30898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30899
Key:
παραιφάμενος

Data

{'headword_display': '<b>παραιφάμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>παραιφάμενος<LblR>ep.pres. or athem.aor.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>παράφημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παραιφάμενος'}