Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραδύομαι
παράδυσις
παραδωσείω
παραείδω
παραείρω
παραζεύγνῡμι
παράζυγες
παραζώννῡμι
παραθαλάσσιος
παραθάλπομαι
παραθαρσῡ́νω
παραθέλγω
παραθερίζω
παραθερμαίνομαι
παράθερμος
παράθεσις
παραθέω
παραθεωρέω
παραθήκη
παραθραύω
παραί
View word page
παρα-θαρσῡ́νω
παρα-θαρσῡ́νω
Att.παραθαρρῡ́νω
vb
embolden, encouragesomeoneTh. Pl. X. Hermoloch. Plu. w.inf.to do sthg.Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραθαρσῡ́νω
Headword (normalized):
παραθαρσῡ́νω
Headword (normalized/stripped):
παραθαρσυνω
IDX:
30866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30867
Key:
παραθαρσῡ́νω

Data

{'headword_display': '<b>παρα-θαρσῡ́νω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>παρα-θαρσῡ́νω</HL><DL><Lbl>Att.</Lbl><FmHL>παραθαρρῡ́νω</FmHL></DL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>embolden, encourage</Tr><Obj>someone<Au>Th. Pl. X. Hermoloch. Plu.</Au></Obj> <Obj><Indic><GLbl>w.inf.</GLbl>to do sthg.</Indic><Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'παραθαρσῡ́νω'}