Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραδείκνῡμι
παράδεισος
παραδεκτέος
παραδέχομαι
παραδηλόω
παραδιᾱκονέω
παραδίδωμι
παραδιηγέομαι
παραδοξολογίᾱ
παραδοξολόγος
παραδοξονῑ́κης
παράδοξος
παραδόσιμος
παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδραθέειν
παραδραμεῖν
παραδράω
παράδρομα
View word page
παραδοξο-νῑ́κης
παραδοξο-νῑ́κηςουmνῑ́κη victor-extraordinaryref. to a winner in wrestling and the pankration on the same dayPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραδοξονῑ́κης
Headword (normalized):
παραδοξονῑ́κης
Headword (normalized/stripped):
παραδοξονικης
IDX:
30843
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30844
Key:
παραδοξονῑ́κης

Data

{'headword_display': '<b>παραδοξο-νῑ́κης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παραδοξο-νῑ́κης</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>νῑ́κη</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr> victor-extraordinary<Expl>ref. to a winner in wrestling and the pankration on the same day</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παραδοξονῑ́κης'}