Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παραγγελίᾱ
παραγγέλλω
παράγγελμα
παραγγελματικῶς
παράγγελσις
παραγεύω
παραγηράω
παραγίγνομαι
παραγιγνώσκω
παραγκάλισμα
παρᾱγορέω
παράγραμμα
παραγραφή
παραγράφω
παραγυμνόω
παράγω
παραγωγή
παραγωγιάζω
παραγώγιον
παραδαρθάνω
παράδειγμα
View word page
παρᾱγορέω
παρᾱγορέωdial.contr.vbπαρᾱ́γοροςdial.adjseeπαρηγορέωπαρήγορος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρᾱγορέω
Headword (normalized):
παρᾱγορέω
Headword (normalized/stripped):
παραγορεω
IDX:
30818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30819
Key:
παρᾱγορέω

Data

{'headword_display': '<b>παρᾱγορέω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>παρᾱγορέω</HL><PS>dial.contr.vb</PS></HG><HG><HL>παρᾱ́γορος</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>παρηγορέω</Ref><Ref>παρήγορος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παρᾱγορέω'}