Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
πάρα
παραβαίνω
παράβακτρος
παράβακχος
παραβάλλω
παραβάπτομαι
παράβασις
παραβάσκω
παραβάτης
παραβατός
παραβέβασμαι
παραβιάζομαι
παραβλαστάνω
παραβλέπω
παραβλήδην
παραβλήματα
παραβλητέος
παραβλητός
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραβοάω
View word page
παραβέβασμαι
παραβέβασμαι
pf.pass.
see
παραβαίνω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παραβέβασμαι
Headword (normalized):
παραβέβασμαι
Headword (normalized/stripped):
παραβεβασμαι
IDX:
30791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30792
Key:
παραβέβασμαι
Data
{'headword_display': '<b>παραβέβασμαι</b>', 'content': '<XE><RefFm>παραβέβασμαι<LblR>pf.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>παραβαίνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'παραβέβασμαι'}