Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παππίᾱς
παππίδιον
παππίζω
πάππος
παππῷος
πάπραξ
παπταίνω
παρά
πάρα
παραβαίνω
παράβακτρος
παράβακχος
παραβάλλω
παραβάπτομαι
παράβασις
παραβάσκω
παραβάτης
παραβατός
παραβέβασμαι
παραβιάζομαι
παραβλαστάνω
View word page
παρά-βακτρος
παρά-βακτροςονadjβάκτρον of a wife's attendancebeside the staffof her blind husbandE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παράβακτρος
Headword (normalized):
παράβακτρος
Headword (normalized/stripped):
παραβακτρος
IDX:
30783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30784
Key:
παράβακτρος

Data

{'headword_display': '<b>παρά-βακτρος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>παρά-βακτρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>βάκτρον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a wife's attendance</Indic><Tr>beside the staff<Expl>of her blind husband</Expl></Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>", 'key': 'παράβακτρος'}