Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παντλήμων
παντοδαπός
πάντοθεν
πάντοθι
παντοῖος
πάντολμος
παντομῑσής
παντοπόρος
παντόπτης
παντοπωλέω
παντοπώλιον
πάντοσε
παντόσεμνος
πάντοτε
παντότολμος
παντουργός
παντοφόρος
παντόφυρτος
παντόφωνος
πάντρομος
πάντροπος
View word page
παντοπώλιον
παντοπώλιονουn fig., ref. to a democratic citybazaar, supermarketw.gen.for the sale of constitutionsPl.

ShortDef

a place where all things are for sale, a general market, bazaar

Debugging

Headword:
παντοπώλιον
Headword (normalized):
παντοπώλιον
Headword (normalized/stripped):
παντοπωλιον
IDX:
30744
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30745
Key:
παντοπώλιον

Data

{'headword_display': '<b>παντοπώλιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>παντοπώλιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Indic>fig., ref. to a democratic city</Indic><Tr>bazaar, supermarket<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>for the sale of constitutions</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'παντοπώλιον'}