Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πᾱνός
πανουργέω
πανούργημα
πανουργίᾱ
πανοῦργος
πανόψιος
πανσαγίᾱ
πανσέληνος
πάνσμῑκρος
πάνσοφος
πανσπερμεί
πανσπερμίᾱ
πανστρατιᾱ́
πανσυδῑ́
πανσυδίᾳ
πάνσυρτος
πάντᾱ
παντάλᾱς
παντανάμικτος
παντάπᾱσι(ν)
πανταρκής
View word page
πανσπερμεί
πανσπερμείadvσπέρμα with all seeds sown togetherref. to a variety of crops growingLyr.adesp.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πανσπερμεί
Headword (normalized):
πανσπερμεί
Headword (normalized/stripped):
πανσπερμει
IDX:
30708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30709
Key:
πανσπερμεί

Data

{'headword_display': '<b>πανσπερμεί</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>πανσπερμεί</HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>σπέρμα</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>with all seeds sown together</Tr><ModVb>ref. to a variety of crops growing<Au>Lyr.adesp.</Au></ModVb></advS1> </AdvE>', 'key': 'πανσπερμεί'}