Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παναπήμων
παναπηρής
πανάποτμος
πανάργυρος
πανάριστος
παναρκής
παναρμόνιος
πάναρχος
πανατρεκές
παναφῆλιξ
πανάφυλλος
Παναχαιοί
παναώριος
πανδαίδαλος
πανδαισίᾱ
πανδακέτης
πανδάκρῡτος
πανδαμάτωρ
πανδᾱμεί
πανδείματος
πάνδεινος
View word page
παν-άφυλλος
παν-άφυλλοςονadjof ploughlandcompletely leaflesshHom.

ShortDef

all-leafless

Debugging

Headword:
πανάφυλλος
Headword (normalized):
πανάφυλλος
Headword (normalized/stripped):
παναφυλλος
IDX:
30619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30620
Key:
πανάφυλλος

Data

{'headword_display': '<b>παν-άφυλλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>παν-άφυλλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of ploughland</Indic><Tr>completely leafless</Tr><Au>hHom.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πανάφυλλος'}