Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παμπόνηρος
παμπορθής
παμπόρφυρος
πάμπρεπτος
πάμπρωτος
παμφάγος
παμφαής
παμφαίνω
παμφάρμακος
παμφεγγής
πάμφθαρτος
πάμφθερσις
πάμφλεκτος
πάμφορος
παμφυής
Πάμφῡλοι
πάμφῡλος
πάμφωνος
πάμψῡχος
Πᾱ́ν
παναγής
View word page
πάμ-φθαρτος
πάμ-φθαρτοςονadjφθαρτός of a person's fatebringing total extinctionA.

ShortDef

all-destroying

Debugging

Headword:
πάμφθαρτος
Headword (normalized):
πάμφθαρτος
Headword (normalized/stripped):
παμφθαρτος
IDX:
30579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30580
Key:
πάμφθαρτος

Data

{'headword_display': '<b>πάμ-φθαρτος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>πάμ-φθαρτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φθαρτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a person's fate</Indic><Tr>bringing total extinction</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>", 'key': 'πάμφθαρτος'}