Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παμποίκιλος
πάμπολυς
παμπόνηρος
παμπορθής
παμπόρφυρος
πάμπρεπτος
πάμπρωτος
παμφάγος
παμφαής
παμφαίνω
παμφάρμακος
παμφεγγής
πάμφθαρτος
πάμφθερσις
πάμφλεκτος
πάμφορος
παμφυής
Πάμφῡλοι
πάμφῡλος
πάμφωνος
πάμψῡχος
View word page
παμ-φάρμακος
παμ-φάρμακοςονadjφάρμακον of Medeaskilled in all medicinesPi.

ShortDef

skilled in all charms

Debugging

Headword:
παμφάρμακος
Headword (normalized):
παμφάρμακος
Headword (normalized/stripped):
παμφαρμακος
IDX:
30577
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30578
Key:
παμφάρμακος

Data

{'headword_display': '<b>παμ-φάρμακος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>παμ-φάρμακος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φάρμακον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Medea</Indic><Tr>skilled in all medicines</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'παμφάρμακος'}