Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

παμπειθής
παμπήδην
παμπησίᾱ
παμπληθής
παμπληκτός
παμπλούσιος
παμποίκιλος
πάμπολυς
παμπόνηρος
παμπορθής
παμπόρφυρος
πάμπρεπτος
πάμπρωτος
παμφάγος
παμφαής
παμφαίνω
παμφάρμακος
παμφεγγής
πάμφθαρτος
πάμφθερσις
πάμφλεκτος
View word page
παμ-πόρφυρος
παμ-πόρφυροςονadjπορφύρᾱ of the radiance of violetsdark purplePi.

ShortDef

all-purple

Debugging

Headword:
παμπόρφυρος
Headword (normalized):
παμπόρφυρος
Headword (normalized/stripped):
παμπορφυρος
IDX:
30571
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30572
Key:
παμπόρφυρος

Data

{'headword_display': '<b>παμ-πόρφυρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>παμ-πόρφυρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πορφύρᾱ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the radiance of violets</Indic><Tr>dark purple</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'παμπόρφυρος'}