Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκίχητος
ἀκκίζομαι
ἀκλᾱ́ρωτος
ἄκλαυτος
ἀκλεής
ἄκλειστος
ἀκληρέω
ἀκληρίᾱ
ἄκληρος
ἀκληρωτί
ἄκλῃστος
ἄκλητος
ἀκλινής
ἀκλυδώνιστος
ἄκλυστος
ἀκμάζω
ἀκμαῖος
ἄκμᾱτος
ἀκμή
ἀκμηνός
ἄκμηνος
View word page
ἄκλῃστος
ἄκλῃστοςAtt.adjseeἄκλειστος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄκλῃστος
Headword (normalized):
ἄκλῃστος
Headword (normalized/stripped):
ακληστος
IDX:
3051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3052
Key:
ἄκλῃστος

Data

{'headword_display': '<b>ἄκλῃστος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἄκλῃστος</HL><PS>Att.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἄκλειστος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄκλῃστος'}