Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φυγᾱ́
φύγαδε
φυγαδείᾱ
φυγαδεύω
φυγαδικός
φυγαδοθήρᾱς
φυγαίχμᾱς
φυγαρχέω
φυγάς
φυγγάνω
φύγδα
φυγή
φυγοδικέω
φυγομαχέω
φυγόμαχος
φυγόξεινος
φυγοπονίᾱ
φυγόπονος
φυγοπτόλεμος
φύζα
φυζακινός
View word page
φύγδα
φύγδαadv by fleeingA.

ShortDef

in flight

Debugging

Headword:
φύγδα
Headword (normalized):
φύγδα
Headword (normalized/stripped):
φυγδα
IDX:
30133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30134
Key:
φύγδα

Data

{'headword_display': '<b>φύγδα</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>φύγδα</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Tr>by fleeing</Tr><Au>A.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'φύγδα'}