Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φυᾱ́
φῡᾱ̔τήρια
Φῦβος
φυγᾱ́
φύγαδε
φυγαδείᾱ
φυγαδεύω
φυγαδικός
φυγαδοθήρᾱς
φυγαίχμᾱς
φυγαρχέω
φυγάς
φυγγάνω
φύγδα
φυγή
φυγοδικέω
φυγομαχέω
φυγόμαχος
φυγόξεινος
φυγοπονίᾱ
φυγόπονος
View word page
φυγαρχέω
φυγαρχέωcontr.vbἀρχή shun political officeArist.

ShortDef

shun rule

Debugging

Headword:
φυγαρχέω
Headword (normalized):
φυγαρχέω
Headword (normalized/stripped):
φυγαρχεω
IDX:
30130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30131
Key:
φυγαρχέω

Data

{'headword_display': '<b>φυγαρχέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>φυγαρχέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>ἀρχή</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>shun political office</Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'φυγαρχέω'}