Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φρονούντως
φροντίζω
φροντίς
φρόντισμα
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικῶς
φροῦδος
φρουρᾱ́
φρουραρχέω
φρουραρχίᾱ
φρούραρχος
φρουρέω
φρούρημα
φρούριον
φρουρίς
φρουρός
φρύαγμα
φρυαγματίᾱς
φρυαγμοσέμνακος
φρυάσσομαι
View word page
φρουραρχίᾱ
φρουραρχίᾱᾱςf command of a garrison, post of garrison-commanderX. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φρουραρχίᾱ
Headword (normalized):
φρουραρχίᾱ
Headword (normalized/stripped):
φρουραρχια
IDX:
30093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30094
Key:
φρουραρχίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>φρουραρχίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>φρουραρχίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>command of a garrison, post of garrison-commander</Tr><Au>X. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'φρουραρχίᾱ'}