Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φρόνημα
φρονηματίᾱς
φρονηματίζομαι
φρόνησις
φρόνιμος
φρόνις
φρονούντως
φροντίζω
φροντίς
φρόντισμα
φροντιστήριον
φροντιστής
φροντιστικῶς
φροῦδος
φρουρᾱ́
φρουραρχέω
φρουραρχίᾱ
φρούραρχος
φρουρέω
φρούρημα
φρούριον
View word page
φροντιστήριον
φροντιστήριονουn thinking-shop, thinkerycom.ref. to a school for philosophyAr.

ShortDef

a place for meditation, a thinking shop, school

Debugging

Headword:
φροντιστήριον
Headword (normalized):
φροντιστήριον
Headword (normalized/stripped):
φροντιστηριον
IDX:
30087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-30088
Key:
φροντιστήριον

Data

{'headword_display': '<b>φροντιστήριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>φροντιστήριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Tr>thinking-shop, thinkery<Expl>com.ref. to a school for philosophy</Expl></Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'φροντιστήριον'}