Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φορέω
φορή
φόρημα
φορητός
φορῑ́νη
Φόρκῡς
φορμηδόν
φόρμιγξ
φορμίζω
φορμικτᾱ́ς
φορμίς
φορμίσκος
φορμορραφέομαι
φορμός
φορολογέω
φορολόγος
φόρον
φορός
φόρος
φορτηγέω
φορτηγίᾱ
View word page
φορμίς
φορμίςίδοςfdimin. φορμός small basketAr.

ShortDef

small basket

Debugging

Headword:
φορμίς
Headword (normalized):
φορμίς
Headword (normalized/stripped):
φορμις
IDX:
29996
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29997
Key:
φορμίς

Data

{'headword_display': '<b>φορμίς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>φορμίς</HL><Infl>ίδος</Infl><PS>f</PS><Ety>dimin. <Ref>φορμός</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>small basket</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'φορμίς'}