Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φοινῑκόθριξ
φοινῑκοκρᾱ́δεμνος
φοινῑκόκροκος
φοινῑκόλοφος
φοινῑκόνωτος
φοινῑκοπάρηος
φοινῑκόπεδος
φοινῑκόπεζα
φοινῑκόπτερος
φοινῑκοπτέρυξ
φοινῑκόροδος
φοινῑκοσκελής
φοινῑκοστερόπᾱς
φοινῑκόστολος
φοινῑκοῦς
φοινῑκοφαής
Φοῖνιξ
φοῖνιξ
φοίνιος
φοίνισσα
Φοίνισσα
View word page
φοινῑκό-ροδος
φοινῑκό-ροδοςονadjῥόδον of meadowswith crimson rosesPi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φοινῑκόροδος
Headword (normalized):
φοινῑκόροδος
Headword (normalized/stripped):
φοινικοροδος
IDX:
29943
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29944
Key:
φοινῑκόροδος

Data

{'headword_display': '<b>φοινῑκό-ροδος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φοινῑκό-ροδος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ῥόδον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of meadows</Indic><Tr>with crimson roses</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φοινῑκόροδος'}