Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φοινῑ́κεος
Φοινῑ́κη
φοινῑκήιος
Φοινῑκικός
φοινῑκιοῦς
φοινῑκίς
φοινῑκιστής
Φοινῑκιστί
φοινῑκοβάλανος
φοινῑκόβαπτος
Φοινῑκογενής
φοινῑκοδάκτυλος
φοινῐκόεις
φοινῑκόθριξ
φοινῑκοκρᾱ́δεμνος
φοινῑκόκροκος
φοινῑκόλοφος
φοινῑκόνωτος
φοινῑκοπάρηος
φοινῑκόπεδος
φοινῑκόπεζα
View word page
Φοινῑκογενής
Φοινῑκογενήςadjsee underΦοῖνιξ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Φοινῑκογενής
Headword (normalized):
φοινῑκογενής
Headword (normalized/stripped):
φοινικογενης
IDX:
29930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29931
Key:
Φοινῑκογενής

Data

{'headword_display': '<b>Φοινῑκογενής</b>', 'content': '<XE><HG><HL>Φοινῑκογενής</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see under<Ref>Φοῖνιξ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Φοινῑκογενής'}