Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἀκαταφρόνητος
ἀκατάψευστος
ἀκάτειον
ἄκατος
ἄκαυστος
ἀκαχείατο
ἀκαχίζω
ἀκαχμένος
ἀκαχοίμην
ᾄκεια
ἀκειόμενος
ἀκειρεκόμᾱς
ἀκέλαδος
ἀκέλευστος
ᾀκέλιος
ἀκέντητος
ἄκεντρος
ἀκέομαι
ἀκέραιος
ἀκεραιότης
ἀκέραστος
View word page
ἀκειόμενος
ἀκειόμενος
ep.mid.ptcpl.
see
ἀκέομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀκειόμενος
Headword (normalized):
ἀκειόμενος
Headword (normalized/stripped):
ακειομενος
IDX:
2982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2983
Key:
ἀκειόμενος
Data
{'headword_display': '<b>ἀκειόμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀκειόμενος<LblR>ep.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀκέομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀκειόμενος'}