Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φιλοτήσιος
φιλοτῑμέομαι
φιλοτῑ́μημα
φιλοτῑμίᾱ
φιλότῑμος
φιλοτοιοῦτος
φιλοττάριον
φιλοτύραννος
φιλουγιής
φιλόφιλος
φιλοφόρμιγξ
φιλοφρονέομαι
φιλοφροσύνη
φιλόφρων
φιλοχορευτής
φιλόχορος
φιλοχρηματέω
φιλοχρηματίᾱ
φιλοχρηματιστής
φιλοχρήματος
φιλοχρημοσύνη
View word page
φιλο-φόρμιγξ
φιλο-φόρμιγξιγγοςmasc.fem.adj of a chantin harmony with the lyreA.

ShortDef

loving

Debugging

Headword:
φιλοφόρμιγξ
Headword (normalized):
φιλοφόρμιγξ
Headword (normalized/stripped):
φιλοφορμιγξ
IDX:
29803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29804
Key:
φιλοφόρμιγξ

Data

{'headword_display': '<b>φιλο-φόρμιγξ</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φιλο-φόρμιγξ</HL><Infl>ιγγος</Infl><PS>masc.fem.adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a chant</Indic><Tr>in harmony with the lyre</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φιλοφόρμιγξ'}