Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φιλότεχνος
φιλότης
φιλοτήσιος
φιλοτῑμέομαι
φιλοτῑ́μημα
φιλοτῑμίᾱ
φιλότῑμος
φιλοτοιοῦτος
φιλοττάριον
φιλοτύραννος
φιλουγιής
φιλόφιλος
φιλοφόρμιγξ
φιλοφρονέομαι
φιλοφροσύνη
φιλόφρων
φιλοχορευτής
φιλόχορος
φιλοχρηματέω
φιλοχρηματίᾱ
φιλοχρηματιστής
View word page
φιλο-υγιής
φιλο-υγιήςέςadj of a mental attitudeconducive to healthArist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φιλουγιής
Headword (normalized):
φιλουγιής
Headword (normalized/stripped):
φιλουγιης
IDX:
29801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29802
Key:
φιλουγιής

Data

{'headword_display': '<b>φιλο-υγιής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φιλο-υγιής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a mental attitude</Indic><Tr>conducive to health</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φιλουγιής'}