Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φιλόγαμος
φιλογέλοιος
φιλόγελως
φιλογεωργίᾱ
φιλογέωργος
φιλόγλυκυς
φιλογραμματέω
φιλογυμναστέω
φιλογυμναστής
φιλογυμναστίᾱ
φιλογυμναστικός
φιλογύναιξ
φιλοδέσποτος
φιλόδημος
φιλοδίκαιος
φιλοδικέω
φιλόδικος
φιλοδοξέω
φιλοδοξίᾱ
φιλόδοξος
φιλόδυρτος
View word page
φιλογυμναστικός
φιλογυμναστικόςή όνadjφιλογυμναστήςdevoted to gymnastic exercisePl. Arist.

ShortDef

of or for a φιλογυμναστής

Debugging

Headword:
φιλογυμναστικός
Headword (normalized):
φιλογυμναστικός
Headword (normalized/stripped):
φιλογυμναστικος
IDX:
29656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29657
Key:
φιλογυμναστικός

Data

{'headword_display': '<b>φιλογυμναστικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φιλογυμναστικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φιλογυμναστής</Ref></Ety></HG><aS1><Tr>devoted to gymnastic exercise</Tr><Au>Pl. Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φιλογυμναστικός'}