Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φιλαίακτος
φιλαίματος
φιλαίτερος
φιλαίτιος
φιλακόλαστος
φιλακόλουθος
φιλᾱλάκατος
φιλαλέξανδρος
φιλαλήθης
φίλᾱμα
φιλάμπελος
φιλαναγνώστης
φιλανᾱλωτής
φιλανδρίᾱ
φίλανδρος
φιλανθρακεύς
φιλανθρώπευμα
φιλανθρωπεύομαι
φιλανθρωπέω
φιλανθρωπίᾱ
φιλάνθρωπος
View word page
φιλ-άμπελος
φιλ-άμπελοςονadj of the goddess Peacefond of the vineAr.

ShortDef

loving the vine

Debugging

Headword:
φιλάμπελος
Headword (normalized):
φιλάμπελος
Headword (normalized/stripped):
φιλαμπελος
IDX:
29570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29571
Key:
φιλάμπελος

Data

{'headword_display': '<b>φιλ-άμπελος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φιλ-άμπελος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of the goddess Peace</Indic><Tr>fond of the vine</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φιλάμπελος'}