Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φερέμηλος
φερεμμελίης
φερέοικος
φερέπονος
φερεσανθής
φερέσβιος
φερεσσακής
φερεστέφανος
φερετρεύομαι
φέρετρον
φέριστος
φέρμα
φερνή
Φερρέφαττα
Φερρεφάττιον
φέρτατος
φέρτερος
φερτός
φέρτρον
φέρω
φεῦ
View word page
φέριστος
φέριστοςsuperl.adjsee underφέρτερος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φέριστος
Headword (normalized):
φέριστος
Headword (normalized/stripped):
φεριστος
IDX:
29462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29463
Key:
φέριστος

Data

{'headword_display': '<b>φέριστος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>φέριστος</HL><PS>superl.adj</PS></HG><XR>see under<Ref>φέρτερος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'φέριστος'}