Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκαμαντομάχᾱς
ἀκαμαντόπους
ἀκαμαντορόᾱς
ἀκαμαντοχάρμᾱς
ἀκάμας
ἀκάματος
ἄκαμπτος
ἄκανθα
ἀκάνθινος
ἀκανθίς
ἄκανθος
ἀκανθώδης
ἄκαπνος
ἀκαπνώτως
ἀκάρδιος
ἀκαρής
ἀκαριαῖος
Ἀκαρνᾱ́ν
ἀκαρπίᾱ
ἀκάρπιστος
ἄκαρπος
View word page
ἄκανθος
ἄκανθοςουm acanthusTheoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄκανθος
Headword (normalized):
ἄκανθος
Headword (normalized/stripped):
ακανθος
IDX:
2945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2946
Key:
ἄκανθος

Data

{'headword_display': '<b>ἄκανθος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἄκανθος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>acanthus</Tr><Au>Theoc.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἄκανθος'}