Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκαλαρρείτης
ἀκαλήφη
ἀκαλλιέρητος
ἀκαλός
ἀκάλυπτος
ἀκαλυφής
ἀκαμαντόδετος
ἀκαμαντολόγχᾱς
ἀκαμαντομάχᾱς
ἀκαμαντόπους
ἀκαμαντορόᾱς
ἀκαμαντοχάρμᾱς
ἀκάμας
ἀκάματος
ἄκαμπτος
ἄκανθα
ἀκάνθινος
ἀκανθίς
ἄκανθος
ἀκανθώδης
ἄκαπνος
View word page
ἀκαμαντο-ρόᾱς
ἀκαμαντο-ρόᾱςdial.masc.adjῥόος of a riverwith tireless flowB.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀκαμαντορόᾱς
Headword (normalized):
ἀκαμαντορόᾱς
Headword (normalized/stripped):
ακαμαντοροας
IDX:
2937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2938
Key:
ἀκαμαντορόᾱς

Data

{'headword_display': '<b>ἀκαμαντο-ρόᾱς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀκαμαντο-ρόᾱς</HL><Infl>ᾱ</Infl><PS>dial.masc.adj</PS><Ety><Ref>ῥόος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a river</Indic><Tr>with tireless flow</Tr><Au>B.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀκαμαντορόᾱς'}