Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄκακος
Ἀκαλανθίς
ἀκαλαρρείτης
ἀκαλήφη
ἀκαλλιέρητος
ἀκαλός
ἀκάλυπτος
ἀκαλυφής
ἀκαμαντόδετος
ἀκαμαντολόγχᾱς
ἀκαμαντομάχᾱς
ἀκαμαντόπους
ἀκαμαντορόᾱς
ἀκαμαντοχάρμᾱς
ἀκάμας
ἀκάματος
ἄκαμπτος
ἄκανθα
ἀκάνθινος
ἀκανθίς
ἄκανθος
View word page
ἀκαμαντο-μάχᾱς
ἀκαμαντο-μάχᾱςdial.masc.adjμάχη tireless in battlePi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀκαμαντομάχᾱς
Headword (normalized):
ἀκαμαντομάχᾱς
Headword (normalized/stripped):
ακαμαντομαχας
IDX:
2935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2936
Key:
ἀκαμαντομάχᾱς

Data

{'headword_display': '<b>ἀκαμαντο-μάχᾱς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀκαμαντο-μάχᾱς</HL><Infl>ᾱ</Infl><PS>dial.masc.adj</PS><Ety><Ref>μάχη</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>tireless in battle</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀκαμαντομάχᾱς'}