Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

φαλακρός
φαλακρότης
φάλαρα
φαλᾱρίς
φαλαρῖτις
φάλᾱρος
φαληριάω
φαληρίς
Φάληρον
φάλης
φαλιός
φάλλαινα
φαλλικόν
φαλλός
φάλος
φᾱ́μᾱ
φαμέν
φᾶμις
φάν
φαναῖος
φάνεν
View word page
φαλιός
φαλιόςᾱ́ όνadjreltd. φάλᾱροςof a bullwhite-headedwith a white blazeon its headCall.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
φαλιός
Headword (normalized):
φαλιός
Headword (normalized/stripped):
φαλιος
IDX:
29333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29334
Key:
φαλιός

Data

{'headword_display': '<b>φαλιός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>φαλιός</HL><Infl>ᾱ́ όν</Infl><PS>adj</PS><Ety>reltd. <Ref>φάλᾱρος</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of a bull</Indic><Tr>white-headed<or/>with a white blaze<Expl>on its head</Expl></Tr><Au>Call.</Au></aS1></AE>', 'key': 'φαλιός'}