Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀψοποιέομαι
ὀψοποιητικός
ὀψοποιίᾱ
ὀψοποιικός
ὀψοποιός
ὀψοπώλιον
ὀψοφαγέω
ὀψοφαγίᾱ
ὀψοφάγος
ὀψωνέω
ὀψωνίᾱ
ὀψωνιάζω
ὀψωνιασμός
ὀψώνιον
φᾶ
φαάνθην
φαάντατος
φαγεῖν
φᾱγός
φάγος
φάε
View word page
ὀψωνίᾱ
ὀψωνίᾱᾱςf purchase of fishmeatPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀψωνίᾱ
Headword (normalized):
ὀψωνίᾱ
Headword (normalized/stripped):
οψωνια
IDX:
29271
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29272
Key:
ὀψωνίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ὀψωνίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὀψωνίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>purchase of fish<or/>meat</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὀψωνίᾱ'}