Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀχθέω
ὄχθος
ὀχλαγωγέω
ὀχλαγωγίᾱ
ὀχλέω
ὀχληρός
ὄχλησις
ὀχλίζω
ὀχλικός
ὀχλοκόπος
ὀχλοκρατίᾱ
ὀχλοποιέω
ὄχλος
ὀχλώδης
ὀχμάζω
ὄχνᾱ
ὄχοι
ὄχος
ὀχυροποιέομαι
ὀχυρός
ὀχυρότης
View word page
ὀχλοκρατίᾱ
ὀχλοκρατίᾱᾱςfκράτος mob rulePlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀχλοκρατίᾱ
Headword (normalized):
ὀχλοκρατίᾱ
Headword (normalized/stripped):
οχλοκρατια
IDX:
29224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-29225
Key:
ὀχλοκρατίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ὀχλοκρατίᾱ</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὀχλοκρατίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>κράτος</Ref></Ety></HG> <aS1><Tr>mob rule</Tr><Au>Plb.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὀχλοκρατίᾱ'}