Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὄρχησις
ὀρχησμοί
ὀρχηστήρ
ὀρχηστής
ὀρχηστικός
ὀρχηστοδιδάσκαλος
ὀρχήστρα
ὀρχηστρίς
ὀρχηστῡ́ς
ὀρχίλος
ὀρχίπεδα
ὀρχιπεδίζω
ὄρχις
Ὀρχομενός
ὄρχος
ὄρωρε
ὀρωρέχαται
ὀρώρῃ
ὀρώρυγμαι
ὅς
ὅς
View word page
ὀρχί-πεδα
ὀρχίπεδαωνn.plὄρχιςπέδον testiclesAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀρχίπεδα
Headword (normalized):
ὀρχίπεδα
Headword (normalized/stripped):
ορχιπεδα
IDX:
28929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28930
Key:
ὀρχίπεδα

Data

{'headword_display': '<b>ὀρχί-πεδα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὀρχί<hyph/>πεδα</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS><Ety><Ref>ὄρχις</Ref><Ref>πέδον</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>testicles</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὀρχίπεδα'}