Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὄρνῡμι
ὄροβοι
ὀρόγυια
ὀροδαμνίς
ὀρόδαμνος
ὁροθεσίᾱ
ὀροθῡ́νω
ὄροιτο
ὀροιτύπος
ὄρομαι
ὀρομᾱλίδες
ὀρόμενος
ὅρος
ὀρός
ὄρος
ὀροτύπος
ὀρούω
ὀροφή
ὀροφίᾱς
ὄροφος
ὁρόω
View word page
ὀρο-μᾱλίδες
ὀρομᾱλίδεςωνdial.f.plὄρος;μῆλον2μηλίς app.wild applesTheoc.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀρομᾱλίδες
Headword (normalized):
ὀρομᾱλίδες
Headword (normalized/stripped):
ορομαλιδες
IDX:
28852
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28853
Key:
ὀρομᾱλίδες

Data

{'headword_display': '<b>ὀρο-μᾱλίδες</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὀρο<hyph/>μᾱλίδες</HL><Infl>ων</Infl><PS>dial.f.pl</PS><Ety><Ref>ὄρος</Ref>;<Ref>μῆλον<Hm>2</Hm></Ref><Ref>μηλίς</Ref></Ety></HG> <nS1><Qualif>app.</Qualif><Tr>wild apples</Tr><Au>Theoc.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὀρομᾱλίδες'}