Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀρνῑ́θαρχος
ὀρνῑθείᾱ
ὀρνῑ́θειος
ὀρνῑθευτής
ὀρνῑθευτικός
ὀρνῑθεύω
ὀρνῑθίᾱς
ὀρνῑ́θιον
ὀρνῑθόγονος
ὀρνῑθοθήρᾱς
ὀρνῑθομανέω
ὀρνῑθοσκόπος
ὀρνῑθοτροφίᾱ
ὄρνις
ὀρνῑχολόχος
ὄρνῡμι
ὄροβοι
ὀρόγυια
ὀροδαμνίς
ὀρόδαμνος
ὁροθεσίᾱ
View word page
ὀρνῑθομανέω
ὀρνῑθομανέωcontr.vbμαίνομαι be crazy about birdsAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὀρνῑθομανέω
Headword (normalized):
ὀρνῑθομανέω
Headword (normalized/stripped):
ορνιθομανεω
IDX:
28837
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28838
Key:
ὀρνῑθομανέω

Data

{'headword_display': '<b>ὀρνῑθομανέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὀρνῑθομανέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>μαίνομαι</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>be crazy about birds</Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ὀρνῑθομανέω'}