Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀρθοστάδην
ὀρθοστάδιον
ὀρθοσταδόν
ὀρθοστάται
ὀρθότης
ὀρθόω
ὀρθρεύω
ὀρθρίζω
ὀρθρινός
ὄρθριος
ὀρθρογόη
ὄρθρος
ὀρθροφοιτοσῡκοφαντοδικοταλαίπωρος
ὀρθώνυμος
Ὀρθωσίᾱ
ὀρθωτήρ
ὅρια
ὀριβάτης
ὀρῑ́γανος
ὀριγνάομαι
ὀρίγονος
View word page
ὀρθρο-γόη
ὀρθρογόηηςIon.fem.adjγόος of the swallowlamenting before daybreakHes.

ShortDef

the early-wailing

Debugging

Headword:
ὀρθρογόη
Headword (normalized):
ὀρθρογόη
Headword (normalized/stripped):
ορθρογοη
IDX:
28776
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28777
Key:
ὀρθρογόη

Data

{'headword_display': '<b>ὀρθρο-γόη</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὀρθρο<hyph/>γόη</HL><Infl>ης</Infl><PS>Ion.fem.adj</PS><Ety><Ref>γόος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the swallow</Indic><Tr>lamenting before daybreak</Tr><Au>Hes.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὀρθρογόη'}