Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὀρθιάδε
ὀρθιάζω
ὀρθιάσματα
ὄρθιος
ὀρθόβουλος
ὀρθογώνιος
ὀρθοδαής
ὀρθοδίκαιος
ὀρθοδίκᾱς
ὀρθόδικος
ὀρθοδοξέω
ὀρθοδρομέω
ὀρθοέπεια
ὀρθόθριξ
ὀρθόκραιραι
ὀρθόκρᾱνος
ὀρθολογίᾱ
ὀρθομαντείᾱ
ὀρθόμαντις
ὀρθονόμος
ὀρθόπολις
View word page
ὀρθοδοξέω
ὀρθοδοξέωcontr.vbδόξα be of the right opinionArist.

ShortDef

to have a right opinion

Debugging

Headword:
ὀρθοδοξέω
Headword (normalized):
ὀρθοδοξέω
Headword (normalized/stripped):
ορθοδοξεω
IDX:
28752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28753
Key:
ὀρθοδοξέω

Data

{'headword_display': '<b>ὀρθοδοξέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὀρθοδοξέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>δόξα</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>be of the right opinion</Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ὀρθοδοξέω'}