Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

αἰσχυντήρ
αἰσχυντηρός
αἰσχῡ́νω
Αἴσωπος
αἴτε
αἰτέω
αἴτημα
ἀῑ́της
αἴτησις
αἰτητικός
αἰτητός
αἰτίᾱ
αἰτιάζομαι
αἰτίᾱμα
αἰτιάομαι
αἰτίᾱσις
αἰτιᾱτός
αἰτίζω
αἰτίη
αἴτιος
αἰτίωμα
View word page
αἰτητός
αἰτητόςόνadjof the rule of a cityasked forS.

ShortDef

asked for

Debugging

Headword:
αἰτητός
Headword (normalized):
αἰτητός
Headword (normalized/stripped):
αιτητος
IDX:
2873
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-2874
Key:
αἰτητός

Data

{'headword_display': '<b>αἰτητός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>αἰτητός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of the rule of a city</Indic><Tr>asked for</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'αἰτητός'}