Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὁπλάρια
ὁπλέω
ὁπλή
Ὅπλης
ὁπλίζω
ὅπλισις
ὅπλισμα
ὁπλισμός
ὁπλῑταγωγός
ὁπλῑτείᾱ
ὁπλῑτεύω
ὁπλῑ́της
ὁπλῑτικός
ὁπλῑτοπάλᾱς
ὁπλοθήκη
ὁπλόκτυπος
ὅπλομαι
ὁπλομαχέω
ὁπλομάχης
ὁπλομαχίᾱ
ὁπλομάχος
View word page
ὁπλῑτεύω
ὁπλῑτεύωvbὁπλῑ́της servebe ready to serve as a hopliteTh. Lys. X. Arist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὁπλῑτεύω
Headword (normalized):
ὁπλῑτεύω
Headword (normalized/stripped):
οπλιτευω
IDX:
28581
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28582
Key:
ὁπλῑτεύω

Data

{'headword_display': '<b>ὁπλῑτεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὁπλῑτεύω</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>ὁπλῑ́της</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>serve<or/>be ready to serve as a hoplite</Tr><Au>Th. Lys. X. Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ὁπλῑτεύω'}