Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὄνειος
ὀνείρατα
ὀνείρειος
ὀνειροκρίτης
ὀνειροκριτικός
ὀνειρόμαντις
ὄνειρον
ὀνειροπολέω
ὀνειροπόλος
ὄνειρος
ὀνειρόφαντος
ὀνειρόφρων
ὀνείρωξις
ὀνειρώσσω
ὄνεκτος
ὀνέλων
ὀνεμείχνυτο
ὀνέμναισα
ὀνέτροπον
ὀνεύω
ὀνηλάτης
View word page
ὀνειρό-φαντος
ὀνειρόφαντοςονadjφαίνομαι of fanciful visionsappearing in dreamsA.

ShortDef

appearing in dreams

Debugging

Headword:
ὀνειρόφαντος
Headword (normalized):
ὀνειρόφαντος
Headword (normalized/stripped):
ονειροφαντος
IDX:
28427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28428
Key:
ὀνειρόφαντος

Data

{'headword_display': '<b>ὀνειρό-φαντος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ὀνειρό<hyph/>φαντος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φαίνομαι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of fanciful visions</Indic><Tr>appearing in dreams</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ὀνειρόφαντος'}