Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὁμωχέται
ὄν
ὄν
ὀναίμην
ὄναρ
ὀνάριον
ὀνάρταις
ὀνᾱσεῖ
ὄνᾱσις
ὅνδε
ὄνδειξαι
ὄνειαρ
ὄνειαρ
ὀνείδειος
ὀνειδίζω
ὀνείδισμα
ὀνειδισμός
ὀνειδιστήρ
ὀνειδιστής
ὄνειδος
ὄνειος
View word page
ὄνδειξαι
ὄνδειξαι
Aeol.aor.inf.
see
ἀναδείκνῡμι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὄνδειξαι
Headword (normalized):
ὄνδειξαι
Headword (normalized/stripped):
ονδειξαι
IDX:
28407
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-28408
Key:
ὄνδειξαι
Data
{'headword_display': '<b>ὄνδειξαι</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὄνδειξαι<LblR>Aeol.aor.inf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀναδείκνῡμι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὄνδειξαι'}